Πεθαίνοντας από ασφάλεια: Η ελληνική παράνοια των εξοπλισμών
Η ελληνική κυβέρνηση ετοιμάζεται να εγκρίνει ένα πρόγραμμα-μαμούθ νέων
εξοπλισμών που θα αγγίξει μακροπρόθεσμα τα 10 δισεκατομμύρια ευρώ. Η μερίδα του
λέοντος αυτού του τεράστιου ποσού προορίζεται για την απόκτηση γαλλικών
μαχητικών Rafale και αμερικανικών ή γαλλικών
φρεγατών. Εάν ολοκληρωθεί, αυτή η αγορά θα αποτελέσει το καρφί στο φέρετρο –
χωρίς ίχνος υπερβολής. Και όποιος ενδιαφέρεται για τη μοίρα αυτής της χώρας κι
αυτής της κοινωνίας οφείλει να εναντιωθεί σε αυτή την πράξη απόλυτης παράνοιας.
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ, είναι τρελό η οικονομία μιας χώρας να καταγράφει ύφεση τριμήνου
15,5% με πρόβλεψη έτους ύφεση ύψους 9% - 10% και η κυβέρνηση αυτής της χώρας να
επιλέγει έκτακτο πακέτο στρατιωτικών δαπανών και μάλιστα τέτοιου ύψους.
Φαίνεται ότι η εμπειρία των μνημονίων κατά τη μαύρη δεκαετία 2010-2020 δεν μας
έμαθε τίποτα, όπως τίποτα δεν διδαχθήκαμε κι από τη συσσώρευση δημοσίου χρέους
και την έκρηξη των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, ένα μεγάλο μέρος των οποίων προήλθε
ακριβώς από τις αλόγιστες στρατιωτικές δαπάνες.
Και να πεις ότι δεν θυσιάζουμε ήδη την οικονομία για τους εξοπλισμούς… Η
Ελλάδα είναι δεύτερη σε όλο το ΝΑΤΟ όσον αφορά τις στρατιωτικές δαπάνες ως
ποσοστό του ΑΕΠ με 2,24% του ΑΕΠ να πηγαίνει για όπλα και μισθούς στρατιωτικών.
Μόνο οι ΗΠΑ μας ξεπερνάνε, με 3,42%, ενώ το ποσοστό της Τουρκίας είναι στο
1,89%. Όσο για τις ευρωπαϊκές υπερδυνάμεις, τη Γαλλία και τη Γερμανία, το
ποσοστό τους είναι 1,84% και 1,36% αντίστοιχα (στοιχεία του ΝΑΤΟ για το 2019). Και
βέβαια, όταν μιλάμε για εξοπλιστικές δαπάνες, εννοούμε τις πλέον
αντιπαραγωγικές δαπάνες – βόμβες και λαμαρίνες που συσσωρεύονται σε αποθήκες,
τη στιγμή που η χώρα υποφέρει από αποβιομηχάνιση κι από έλλειψη παραγωγικών
υποδομών. Για να μην μιλήσουμε για τις κοινωνικές δαπάνες που τόσο πολύ
αναγκαίες είναι, όπως φώτισε με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο η πανδημία του
κορονοϊού και οι ελλείψεις σε προσωπικό, εξοπλισμό και εγκαταστάσεις.
ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΑ, η Ελλάδα διαθέτει ήδη ένα οπλοστάσιο που παραπέμπει σε ευρωπαϊκή
στρατιωτική υπερδύναμη παρά σε μια μικρή χώρα περιφερειακής σημασίας και
εμβέλειας. Μεταξύ άλλων έχουμε τα καλύτερα συμβατικά υποβρύχια παγκοσμίως (Type 214), τα καλύτερα άρματα μάχης παγκοσμίως (Leopard 2HEL), κορυφαία ελικόπτερα
ναυτικής συνεργασίας (S-70B), μια κορυφαία αντιαεροπορική άμυνα πολλαπλού βεληνεκούς
και συστημάτων (Patriot, S-300, Improved Hawk, Skyguard, SA-8,
TOR M1), κορυφαίες φρεγάτες
που πρόκειται να εκσυγχρονιστούν (Meko 200), κορυφαίες
πυραυλακάτους (Super Vita), κορυφαία μαχητικά F-16 τα οποία μόλις πέρυσι
συμφωνήσαμε να εκσυγχρονίσουμε στην τεχνολογικά ανώτατη εκδοχή τους (Viper) και Mirage 2000-5 που κυριαρχούν
στις αναχαιτίσεις στο Αιγαίο, υποστρατηγικά όπλα όπως οι πύραυλοι αέρος-εδάφους
Scalp, κορυφαίους πυραύλους
επιφανείας-επιφανείας Exocet με εκτοξευτήρες σε ξηρά
και θάλασσα, και πάει λέγοντας. Η χώρα είναι οπλισμένη σαν αστακός. Δεν είναι
Λιβύη και Συρία, με τα πολυβόλα φορτωμένα πάνω σε αγροτικά φορτηγάκια… Και άρα,
μπορεί ήδη να αμυνθεί επαρκώς απέναντι στον Ερντογάν – ο οποίος παρά το
απρόβλεπτο προσωπείο του εκφράζει με συνέπεια τον επεκτατισμό μιας πανίσχυρης
τουρκικής ελίτ με τεράστιες βιομηχανικές δυνατότητες, με ημι-αυτόνομο διεθνή
προσανατολισμό, και με βούληση προβολής ισχύος στο εξωτερικό.
Αλλά ακόμα κι αν υποτεθεί ότι οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις χρειάζονται ένα
…lifting, αυτό μπορεί κάλλιστα να
επιτευχθεί με εκσυγχρονισμό υπάρχοντων οπλικών συστημάτων ή την αγορά
μεταχειρισμένων. Για παράδειγμα, εάν λείπουν μαχητικά από την Πολεμική Αεροπορία,
θα μπορούσε κάλλιστα να διαπραγματευθεί την αγορά μεταχειρισμένων Mirage 2000-5 από τρίτες χώρες που τα χρησιμοποιούν ή ακόμη
καλύτερα από τους Γάλλους φίλους μας, αυξάνοντας έτσι τις διαθέσιμες μονάδες
ενός όπλου που ήδη διαθέτουμε. Εάν μας λείπουν φρεγάτες, οι Ολλανδοί, οι
Γερμανοί και οι Άγγλοι σύμμαχοί μας ξεφορτώνονται αξιόμαχα πλοία που θα
προσέθεταν τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά στην ισχύ του Πολεμικού Ναυτικού
χωρίς να δημιουργούν πονοκεφάλους λόγω πολυτυπίας και κόστους αγοράς και
συντήρησης. Και ο Στρατός Ξηράς έχει ατελείωτες ευκαιρίες ανανέωσης του
αρματικού και πυραυλικού δυναμικού του, από μεταχειρισμένα Leopard 2 μέχρι τεθωρακισμένα οχήματα μάχης, αυτοκινούμενα
πυροβόλα και αντιαρματικούς πυραύλους, αρκεί οι αξιωματικοί να ασχοληθούν στα
σοβαρά με αυτή την αναζήτηση μεταχειρισμένου υλικού και όχι με το ποια σύμβαση
αγοράς πανάκριβου νέου υλικού θα είναι επωφελέστερη για τους ίδιους. Δυστυχώς,
βλέπουμε την ακριβώς αντίθετη δυναμική: διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις και
στρατιωτικές ηγεσίες σνομπάρουν με τον πιο απροκάλυπτο τρόπο κάθε ευκαιρία
απόκτησης φτηνού αλλά χρήσιμου μεταχειρισμένου υλικού ώστε να διατηρείται
υπαρκτή η άλφα ή βήτα εξοπλιστική ανάγκη, η οποία μετά καλύπτεται με την αγορά
νέων οπλικών συστημάτων.
Σε κάθε περίπτωση, η αγορά μαχητικών μακράς ακτίνας δράσης και φρεγατών
αντιαεροπορικής άμυνας είναι εμφανές ότι προορίζεται για μια πολεμική
αναμέτρηση εκτός του Αιγαίου Πελάγους, το οποίο είναι γεμάτο νησιά και
βραχονησίδες ιδανικές για την άμυνα με μικρές και ευέλικτες ναυτικές μονάδες, την
εγκατάσταση εκτοξευτήρων παράκτιας και αντιαεροπορικής άμυνας, τη διασπορά της
αεροπορίας σε πλήθος περιφερειακών αεροδρομίων, και πάει λέγοντας. Με άλλα
λόγια, η άμυνα του Αιγαίου Πελάγους είναι απολύτως εφικτή με το διαθέσιμο
οπλοστάσιο της χώρας και με τη συνήθη συντήρηση και αναβάθμισή του. Όσο για την
Κύπρο, αν η Ελλάδα θέλει να συμβάλλει στην άμυνά της μπορεί να παρκάρει εκεί
όποιο οπλικό σύστημα θέλει, αντί να το στέλνει στη Σαουδική Αραβία. Σίγουρα,
πάντως, δεν χρειάζεται 10 δις. σε εξοπλισμούς. Γιατί λοιπόν θέλει η κυβέρνηση τα
όπλα; Μα για να υπερασπιστεί την αχανή θαλάσσια έκταση μεταξύ Καστελόριζου και
Κύπρου που καμία σχέση δεν έχει με το Αιγαίο ή τον Έβρο ή την Κύπρο ή το
Καστελόριζο ή οτιδήποτε μπορεί να νοηθεί ως εθνικός χώρος, επικράτεια κλπ.
ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΑ, η μετατόπιση της αμυντικής εστίασης από το Αιγαίο στην
Ανατολική Μεσόγειο συνιστά λάθος ιστορικών διαστάσεων – έναν τυχοδιωκτισμό που
έχει σαθρή βάση στο διεθνές δίκαιο αλλά και που στρατηγικά συνιστά αυτοκτονία
για τη χώρα. Το τίμημα της εμπλοκής μας στην Ανατολική Μεσόγειο είναι τεράστιο:
συνεχείς εντάσεις με την Τουρκία, συνεχείς και πανάκριβοι εξοπλισμοί για να
ελεγχθεί αυτή η αχανής περιοχή, ασύλληπτη διασπορά δυνάμεων, και εν τέλει απώλεια
επαφής με την πραγματικότητα. Η ιδέα ότι η Ελλάδα θα ελέγχει στρατιωτικά την
Ανατολική Μεσόγειο είναι το στρατηγικό αντίστοιχο της σχιζοφρένειας.
Λίγο ακόμα και θα πιστέψουμε στ’ αλήθεια αυτό που προπαγανδίζουν κάποιοι
«σύμμαχοί» μας – ότι δηλαδή πράγματι η Ανατολική Μεσόγειος μάς ανήκει και
πράγματι μπορούμε να την υπερασπιστούμε και πάει λέγοντας. Αυτός ο κίνδυνος
είναι μεγαλύτερος από οποιονδήποτε άλλο. Μέχρι χθες-προχθές, πολιτικοί,
καθηγητές και στρατιωτικοί δεν ήξεραν καν τι σημαίνει ΑΟΖ και πού πέφτει η
Ανατολική Μεσόγειος πάνω στον χάρτη, και τώρα ξαφνικά έγινε η πλήρης επήρεια
του Καστελόριζου το πανάρχαιο εθνικό μας δίκαιο; Η κυβέρνηση κλείνει τον
λιγνίτη και επιδοτεί ηλεκτρικά αυτοκίνητα, και τώρα ξαφνικά ανακαλύψαμε τη
γοητεία των (αμφιβόλου εκμεταλλευσιμότητας) κοιτασμάτων ορυκτών καυσίμων; Είναι
εμφανές ότι πίσω από αυτή την εθνική ψύχωση με την Ανατολική Μεσόγειο κρύβονται
βλέψεις και αντιθέσεις διεθνούς χαρακτήρα: η επιθυμία των ΗΠΑ να σκοράρει
πόντους έναντι Ρωσίας και Κίνας στον νέο Ψυχρό Πόλεμο, η βούληση της Γαλλίας να
προωθήσει τον τεράστιο εξοπλιστικό της κλάδο προστατεύοντας παράλληλα τα
συμβόλαια που έχουν εξασφαλίσει οι πετρελαϊκές της εταιρείες, ο ειδικός ρόλος
του Ισραήλ ως «φαροφύλακα» της δυτικής επιρροής στη Μέση Ανατολή, και πάει
λέγοντας. Κανένα «εθνικό» συμφέρον δεν υπηρετείται από την εμπλοκή μας με την
Ανατολική Μεσόγειο, εκτός κι αν – παραφράζοντας τη γνωστή ρήση – πιστέψουμε ότι
…ό,τι είναι καλό για τη Dassault και τη Lockheed Martin είναι καλό για την
Ελλάδα.
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΑ, στέλνουμε το λάθος μήνυμα στην Τουρκία αλλά πρωτίστως στους
εαυτούς μας. Η επιλογή των εξοπλισμών (και μάλιστα τέτοιας εξωφρενικής κλίμακας)
λέει στον άλλον ότι προκρίνουμε τη στρατιωτική λύση. Μην ακούω κλισέ για την
ειρήνη που εξασφαλίζουμε προετοιμαζόμενοι για πόλεμο… την ειρήνη την
εξασφαλίζουμε προετοιμαζόμενοι για ειρήνη και προωθώντας κινήσεις που
πραγματικά συμβάλλουν στην ειρήνη: διαπραγματεύσεις, διάλογος, χρήση
διπλωματικών εργαλείων. Δεν χαράσσονται ΑΟΖ με νέες φρεγάτες, όπως δεν
χαράσσονται ΑΟΖ με τους θαλάσσιους τσαμπουκάδες της Τουρκίας και με το τουρκο-λιβυκό
σύμφωνο – το οποίο, by the way, πάτησε πάνω σε τεράστιες διπλωματικές και όχι βεβαίως εξοπλιστικές
αδυναμίες της Ελλάδας.
Κι ούτε εξασφαλίζουμε και καμία αποτροπή με τους εξοπλισμούς. Ανεβαίνοντας
σκαλί στρατιωτικά (το Rafale δεν έχει καμία σχέση ως
επιθετικό όπλο με οτιδήποτε διαθέτει η τουρκική αεροπορία, η οποία σημειωτέον
εκδιώχθηκε από το πρόγραμμα του αμερικανικού μαχητικού F-35), τροφοδοτούμε έναν νέο γύρο κούρσας των εξοπλισμών
που προφανώς θα έχει απάντηση από την Τουρκία και που θα μας φέρει απλώς πιο
κοντά στην πολεμική αναμέτρηση. Ακόμα χειρότερα, η εξοπλιστική …αστακοποίηση
της Ελλάδας θα μπορούσε να απομακρύνει εντελώς την ανάγκη διαλόγου από τα
κεφάλια όσων λαμβάνουν τις αποφάσεις – να δώσει δηλαδή τέτοιο αίσθημα
υπεροπλίας και μεγαλείου που θα εξαλείψει εντελώς τις φωνές εκείνες που
αντιστέκονται στη διπλωματία των κανονιοφόρων και προκρίνουν τη διπλωματία των
διπλωματών.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ, πολύ εύκολα (ευκολότερα απ’ ό,τι θα ήθελαν να νομίσετε οι διευθυντές αμυντικών ιστοσελίδων, οι έμποροι όπλων και ο κυβερνητικός-κομματικός στρατός από διεθνολόγους) η εκστρατεία ελέγχου της Ανατολικής Μεσογείου θα μπορούσε να αποβεί απολύτως καταστροφική για την Ελλάδα. Τα 10 δις. για μαχητικά και φρεγάτες είναι η εξοπλιστική προέκταση μιας μεγαλομανίας και ενός τυχοδιωκτισμού που αποτελούν κακό σύμβουλο για τη χάραξη εθνικής στρατηγικής. Το μόνο που έρχεται στο μυαλό ως ιστορικό αντίστοιχο αυτής της μεγαλομανίας είναι η Μικρασιατική Καταστροφή. Και προϋπόθεση για να αποφύγουμε μια τέτοιας κλίμακας καταστροφή είναι να εκφραστεί με κάθε τρόπο ένα μεγάλο «όχι» στο νέο εξοπλιστικό πακέτο που έχει στα σκαριά η κυβέρνηση.